Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2012

ΠΟΙΗΜΑ ~ ΣΤΕΡΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΑ ~ ΟΜΑΔΑ Γ

Χειμώνας

Χειμώνα σε είδα,χειμώνα με είδες
Δυό ξένοι ήμασταν,δυο ξένοι μείναμε
Έκανε κρύο πολύ χιόνιζε,έβρεχε,άστραφτε και βρόντιζε
όμως εμείς δεν φοβόμασταν γιατί είχαμε ο ένας τον άλλον 
ακόμα κι όταν όλοι οι άλλοι έτρεχαν πανικόβλητοι 
εμείς είμασταν εκεί και κοιταζόμασταν στα μάτια 
μέχρι να σταματήσει η καταιγίδα.

Αντωνία Στεργίου

ΠΟΙΗΜΑ ~ ΠΑΡΑΛΙΚΙΔΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ~ ΟΜΑΔΑ Γ


Αλλιωτικα Χριστουγεννα

Ερχονται τα Χριστουγεννα
και τα σχολεια κλεινουν,
και τα παιδια χαρουμενα'
δωρα,ευχες σε ολους δινουν.
Τα φετινα Χριστουγεννα
δεν θα ναι σαν τα αλλα
γιατι τα παιδια κρυωνουν και πεινουν
και δωρα πλεον δεν ζητουν....
Αλλαξανε τα πραγματα
αλλαξε η ζωη μας,
οι μεγαλοι μας υποχρεωσαν
να ναρκωσουμε την ψυχη μας!!
Τα Χριστουγεννα ειναι χαρα
δωρα,ευχες,καλουδια,
τα αλλιωτικα Χριστουγεννα
κανουν μονο για τα τραγουδια.

Παραλικίδης Γιώργος 

ΠΟΙΗΜΑ ~ ΣΚΑΡΛΑΤΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ~ ΟΜΑΔΑ Γ


Η διπλή σημασία των γιορτών

Ο κόσμος προσμένει να έρθουν οι γιορτές ,
για να περάσει ευχάριστες οικογενειακές στιγμές.
Χαρά,ευτυχία,αισιοδοξία είναι τα συναισθήματα που κυριαρχούν ,
κι όμως σ'αυτά κάποιοι άνθρωποι υστερούν.
Πόλεμος,μοναξιά,φτώχεια ίσως να είναι κάποιες από τις αιτίες,
οι οποίες πρέπει να εξαλειφθούν για να ζει ο κόσμος πέρα από δυστυχίες.
Για τους ανθρώπους αυτούς όλοι θα πρέπει να βοηθούν πραγματικά ,
έτσι ώστε ευχάριστες στιγμές να ζουν καθημερινά.

Σκαρλάτος Δημήτρης

ΠΟΙΗΜΑ~ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΧΑΡΙΤΟΥΔΗΣ~ΟΜΑΔΑ Β


Όταν ήτανε βραδάκι

έψαχνα το στυλό να γράψω ένα ποιηματάκι.

Μόλις ο ήλιος ανέτειλε το

 ποίημα έφτασε στο τέλος του.

 

Το επόμενο πρωί ξύπνησα για το σχολείο

και είδα χιόνι ασπρουλό  

και η ανακοίνωση ήταν

τα παιδιά στο σπίτι

και όχι στο σχολειό.

 

Απόστολος Χαριτούδης

ΠΟΙΗΜΑ-Η.ΧΑΡΜΠΗ-ΟΜΑΔΑ Α



Τα μάτια του,ένας κόσμος μαγικός που χάνομαι.
Όταν τα βλέπω μπαίνω σε έναν κόσμο φανταστικό,
Προσπαθώ να βρω τρόπο να αγγίξω την καρδιά του
Να είμαι κυρίαρχος στα μονοπάτια του μυαλού του
Μία στιγμή που είναι τόσο μικρή σαν ένα όνειρο.

ΠΟΙΗΜΑ-Α.ΠΑΠΑΕΙΡΗΝΑΙΟΣ-ΟΜΑΔΑ Α



τι καλα που ναι στο σπιτι μας
τωρα που εξω πεφτει χιονι
το ασπρο βλεπω εκει σεντονι
να σκεπαζει ολα τα πραγματα
δρομους,σπιτια,φυλλα
ποσο βλεπω με ευχατιστηση
μαζεμενη τοση ασπριλα

ΠΟΙΗΜΑ-Χ.ΠΑΡΟΥΣΙΔΗΣ-ΟΜΑΔΑ Α

                                       
ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΜΑΧΗ

Οι τριακόσιοι και ο Λεωνίδας
υπήρξαν ήρωες της πατρίδας

πολέμησαν με θάρρος και πυγμή
και δεν τους ένοιαζε η δική τους η ζωή

οδήγησαν τους Πέρσες στο γκρεμό
με όπλο το μυαλό

άφησαν γυναίκες και παιδιά
γνωρίζοντας οτι μπορεί να μην τα ξαναδούν πια

είχανε σχέδιο και στρατηγική
αλλά ο προδότης δεν άργησε να εμφανιστεί.


μπορεί να πέθαναν όλοι
αλλά κέρδισαν τους Πέρσες σε εξυπνάδα και τόλμη

ΠΟΙΗΜΑ ~ ΠΟΛΥΣΙΟΥ ΜΑΡΙΑ ~ ΟΜΑΔΑ Γ


Η φλόγα της ψυχής

Το βράδυ σβήνουν τα φώτα, πέφτουν οι μάσκες.
Μόνο η φλόγα από αναμμένο φιτίλι φωτίζει την ψυχή σου
και κάνει τη σκιά να χορεύει τα όνειρα σου
Την ημέρα η επαφή με τους ανθρώπους αυτή τη φλόγα την τσακίζει
και μόνος προσπαθείς να μαζέψεις τις στάχτες
που με τα δάκρυα σου σχηματίζουν μορφές
και σου θυμίζουν τις περασμένες στιγμές.
Κάθε πρωί βάζεις πάλι τη μάσκα
την ψυχρή, την ανέκφραστη,
για να καλύψει τις πληγές και τα εγκαύματα,
μην σε δούνε χτυπημένο από τη βραδινή σου μάχη.
Συνειδητοποιείς ότι αυτή η φλόγα σε τσακίζει
αλλά χωρίς αυτή καρδιογράφημα ευθύ δεν αξίζει.

Πολυσίου Μαρία 

ΠΟΙΗΜΑ ~ ΠΟΛΥΣΙΟΥ ΜΑΡΙΑ ~ ΟΜΑΔΑ Γ


Άχρηστα παιχνίδια

Η πόρτα του δωματίου του κλειστή.
Ανέκφραστα στρατιωτάκια πεταμένα σε μια γωνιά.
Οι κάρτες πεταμένες στο πάτωμα.
Με τα αυτοκινητάκια δεν παίζει πια.
Μεγάλωσε απότομα.
Αλλά η απουσία είναι ακόμα αισθητή.
Τα παραθυρόφυλλα είναι κλειστά.
Στέγνωσαν οι μπογιές.
Παραμύθια δεν διαβάζει πια, δεν είναι πιστευτά.
Οι κούκλες απεριποίητες στο ράφι.
Δεν πρόλαβε να αντιδράσει.
Η παρουσία έγινε καπνός.
Μεγάλωσαν με ένα σύννεφο στο σπίτι.
Το ένιωθαν, το έβλεπαν, μα δεν το άγγιζαν.
Κόσμος πολύς ερχόταν να τους δει.
Κανείς δεν είχε κάτι καινούργιο να τους πει.
Ήλπιζαν μόνο για μια άλλη μέρα,
που τα στρατιωτάκια θα είναι γελαστά,
ο πρίγκηπας της μικρής θα έρθει πίσω,
τα παραμύθια θα 'ναι αληθινά
και ο χαμένος χρόνος θα γυρίσει πίσω.

Πολυσίου Μαρία 


Σάββατο 15 Δεκεμβρίου 2012

ΠΟΙΗΜΑ ~ ΠΟΛΥΜΕΝΙΔΟΥ ΜΑΡΙΑ ~ ΟΜΑΔΑ Γ


ΟΝΕΙΡΑ ΕΛΠΙΔΑΣ

Ας πούμε πως είναι ένα όνειρο,
κακός εφιάλτης η κρίση,
κι ας ονειρευτούμε ξανά
όμορφα , δημιουργικά.

Να ξημερώσει μια άλλη μέρα, όχι σαν αυτή,
με ελπίδα και υγεία, με παιδεία και δουλειά.
Να ‘ναι η μέρα που θα πούμε
πάει πέρασε πια.

Παιδιά γεμάτα όνειρα χρωματιστά,
Γονείς που θα ‘χουνε και πάλι μια δουλειά.
Γέροι χωρίς φόβο για την υγεία,
φοιτητές χωρίς άγχος και αγωνία.

Να ‘ναι μια μέρα αληθινή
κι όχι φανταστική,
που θα δούμε πάλι το μέλλον
με αγάπη κ προοπτική.


Πολυμενίδου Μαρία

ΟΜΑΔΑ Γ ~ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ


Κώστας Καρυωτάκης [Είμαστε κάτι...]

ΑΝΑΛΥΣΗ

Σονέτο (ή δεκατετράστιχο)

   Είναι ποίημα σταθερής μορφής και συνήθως λυρικού περιεχομένου. Η ονομασία «σονέτο» προέρχεται από την ιταλική γλώσσα: sonetto = σύντομος, μικρός ήχος μικρό σύντομο τραγούδι, τραγουδάκι (στα λατινικά sonus = ήχος). Η ελληνική ονομασία «δεκατετράστιχο» είναι περισσότερο εύστοχη: στηρίζεται σ’ ένα εξωτερικό γνώρισμα, που είναι ο σταθερός αριθμός στίχων.
   Το σονέτο στην κλασική καταρχήν μορφή του, παρουσιάζει τα ακόλουθα εξωτερικά χαρακτηριστικά:
α) είναι ποίημα ολιγόστιχο∙ αποτελείται από δεκατέσσερις στίχους, που κατανέμονται σε τέσσερις στροφές
β) οι δύο πρώτες στροφές είναι τετράστιχες, ενώ οι δύο τελευταίες τρίστιχες∙ έχουμε δηλαδή το σχήμα: 4 –4 –3 –3
γ) το μέτρο είναι κανονικά ιαμβικό και οι στίχοι ενδεκασύλλαβοι
δ) στις δύο πρώτες τετράστιχες στροφές, η πιο συνηθισμένη μορφή ομοιοκαταληξίας είναι η σταυρωτή (α ββ α)
ε) στις δύο τελευταίες τρίστιχες στροφές η ομοιοκαταληξία μπορεί να παρουσιάζει ποικίλους συνδυασμούς και τύπους. Πάντως, ένας τουλάχιστον στίχος της μιας στροφής πρέπει να ομοιοκαταληκτεί με έναν της άλλης.
   Το σονέτο του Κώστα Καρυωτάκη [Είμαστε κάτι...] παρουσιάζει την ακόλουθη μορφή ομοιοκαταληξίας:
στροφή 1η: α ββ α (σταυρωτή)
στροφή 2η: α ββ α (σταυρωτή)
στροφή 3η: γ δ γ (πλεχτή)
στροφή 4η: δ γ δ (πλεχτή)
   Εκφραστικά μέσα
εικόνες, προσωποποίηση, παρομοιώσεις, μεταφορές, αντίθεση
   Γλώσσα
Δημοτική, στην οποία ενσωματώνονται λόγιοι τύποι. Χρησιμοποιούνται επίσης αρκετές λέξεις του προφορικού λόγου, που δίνουν στο έργο πεζολογικό χαρακτήρα. Χρήση α’ πληθυντικού προσώπου: εκπροσωπεί τους ποιητές της γενιάς του


1η στροφή

   Στην πρώτη στροφή του ποιήματός του ο Καρυωτάκης παρουσιάζει τους ανθρώπους της γενιάς του ως ξεχαρβαλωμένες κιθάρες, θέλοντας να τονίσει την αδυναμία τους να λειτουργήσουν αρμονικά στο εχθρικό ιστορικό περιβάλλον της εποχής τους. Κιθάρες, που όταν τις διαπερνά ο άνεμος, αντί να παράγουν μελωδικούς ήχους, δημιουργούν παράφωνους ήχους και στίχους, μιας και οι χορδές τους κρέμονται σαν καδένες (αλυσίδες). Η παραφωνία που προκύπτει από τις διαλυμένες αυτές κιθάρες, βρίσκεται σε πλήρη αντιστοιχία με την εσωτερική διάθεση τόσο του ίδιου του ποιητή όσο και των ομοτέχνων του (η αναφορά στους παράφωνους «στίχους» μας παραπέμπει ειδικότερα στους ποιητές της εποχής).
   Όπως μια διαλυμένη κιθάρα δεν μπορεί να δημιουργήσει μελωδικούς και αρμονικούς ήχους, έτσι και οι ποιητές της εποχής του Καρυωτάκη αδυνατούν να λειτουργήσουν ανεπηρέαστοι από το κλίμα παρακμής και διάλυσης που χαρακτηρίζει την πολιτεία στην οποία ζουν. Όταν περνάει ο άνεμος, όταν λαμβάνουν δηλαδή τα ποιητικά τους ερεθίσματα, καταλήγουν σε «παραφωνίες», σε κακής ποιότητας ποιήματα, καθώς τους είναι αδύνατο να δώσουν έργο αρμονικό και άρτιο, τη στιγμή που το είναι τους δονείται από τόσο αρνητικά συναισθήματα.
   Η εικόνα επομένως με τις διαλυμένες κιθάρες, που οι χορδές τους έχουν φύγει από τη θέση τους και κρέμονται σαν καδένες (παρομοίωση), αποδίδει την εσωτερική κατάσταση των ποιητών της εποχής του Καρυωτάκη. Αίσθηση διάλυσης, αδυναμία ανταπόκρισης στο ρόλο τους, δυσαρμονία στην ποιητική τους παραγωγή, είναι μερικές από τις αναλογίες που προκύπτουν από τη σύγκριση μιας ξεχαρβαλωμένης κιθάρας με μια γενιά ποιητών που αδυνατεί πια να ανταποκριθεί στο ποιητικό της καθήκον.


2η στροφή

   Στα πλαίσια της δεύτερης στροφής ο ποιητής δίνει μια ακόμη εικόνα με την οποία επιχειρεί να αποδώσει την κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει οι άνθρωποι και ιδιαίτερα οι ποιητές της εποχής του. Είμαστε κάτι απίστευτες αντένες (κεραίες), δηλώνει ο ποιητής, αποδίδοντας έτσι τον κυρίαρχο ρόλο των ποιητών κάθε εποχής, οι οποίοι καλούνται να γίνουν αποδέκτες των μηνυμάτων του καιρού τους.
   Οι ποιητές ως ευαίσθητοι δέκτες αντιλαμβάνονται τα συναισθήματα, τις διαθέσεις και τις επιθυμίες των ανθρώπων της εποχής τους, και μπορούν κατόπιν να τα εκφράσουν όλα αυτά στην ποίησή τους.
   Οι απίστευτες αυτές αντένες, υψώνονται σα δάχτυλα στο χάος και στην κορυφή τους αντηχεί το άπειρο. Όπως γίνεται αντιληπτό από την αναφορά στο «χάος» και το «άπειρο», τα μηνύματα που λαμβάνουν οι ποιητές είναι καταιγιστικά, χωρίς ειρμό, αρνητικής διάθεσης και με την έντασή τους ξεπερνούν τις ψυχικές αντοχές τους. Η κατάληξη επομένως «μα γρήγορα θα πέσουνε σπασμένες» δεν προκαλεί έκπληξη, καθώς οι ποιητές αδυνατούν να διαχειριστούν όλον αυτόν το συναισθηματικό κυκεώνα που τους κατακλύζει και καταρρέουν.
   Η εικόνα αυτή με τις κεραίες που πέφτουν σπασμένες υπό το βάρος και την ένταση των μηνυμάτων που λαμβάνουν, αποδίδει εξαιρετικά την κατάσταση που επικρατούσε στα χρόνια του ποιητή. Μια κοινωνία με πολλαπλά προβλήματα, ένας λαός βασανισμένος και παγιδευμένος σε μια αδιέξοδη κατάσταση, φέρνουν τους ποιητές σε απόγνωση. Η απελπισία των ανθρώπων, η απαισιοδοξία τους απέναντι στις δυσκολίες που καλούνται να αντιμετωπίσουν, η απουσία οποιασδήποτε ελπίδας για το μέλλον, αντηχούν και πολλαπλασιάζονται στην ψυχή των ποιητών, οδηγώντας του σε πλήρη αδυναμία να αποδώσουν το τραγικό κλίμα της εποχής τους.
   Ας μην ξεχνάμε πως πρόκειται για μια εποχή που οι ποιητές απογοητευμένοι από την κοινωνία κι από την αποτυχία της να διασφαλίσει θετικές προοπτικές για τους πολίτες της, αποποιούνται την κοινωνική διάσταση της ποίησής τους και στρέφονται προς τον εαυτό τους. Η γενιά του μεσοπολέμου μας δίνει ποίηση εσωτερική, ατομική και με έντονη την αίσθηση της απαισιοδοξίας.


3η στροφή
  
   Οι σπασμένες αντένες, που αποδίδουν τον ψυχικό τραυματισμό και θρυμματισμό των ποιητών, ακολουθούνται από μια ευρύτερη εικόνα σ’ αυτή τη στροφή. Οι ποιητές πλέον παρουσιάζονται ως διάχυτες αισθήσεις, που δεν έχουν καμία ελπίδα να συγκεντρωθούν. Έτσι, από τη συγκεκριμένη εικόνα με τις αντένες, περνάμε σε μια πιο αφηρημένη σύλληψη, που έρχεται να αποδώσει τον κατακερματισμό και τη διάλυση της υπόστασης των ποιητών. Οι αισθήσεις τους δεν αποτελούν πια μια ολότητα, δε λειτουργούν ως συντονισμένα μέσα για την πρόσληψη και κατανόηση του κοινωνικού και φυσικού περιβάλλοντος, έχουν διαχυθεί, μη μπορώντας πια να επανέλθουν στην πρότερη αρμονική τους λειτουργία.
   Ο Καρυωτάκης εδώ αποδομεί την υπόσταση των ποιητών παρουσιάζοντας τις αισθήσεις (τα μέσα αντίληψης) και τα νεύρα τους (δίοδοι μεταφοράς των μηνυμάτων που λαμβάνονται με τις αισθήσεις), σε μια κατάσταση αποσυντονισμού και διάλυσης. Στα νεύρα των ποιητών είναι μπλεγμένη όλη η φύση, υπό την έννοια πως οι ποιητές δεν γίνονται αποδέκτες μόνο των κοινωνικών μηνυμάτων, αλλά υπόκεινται και στα ποικίλα κελεύσματα της φύσης. Το κάλεσμα της φύσης για ζωή, για ευδαιμονία, για έρωτα και αγάπη, εντείνει την εσωτερική σύγχυση των ποιητών που αδυνατούν να συμβιβάσουν την ατομική τους ύπαρξη με τα συγκεχυμένα μηνύματα του κοινωνικού τους περιβάλλοντος και τον ιδιαίτερο ρόλο που έχουν να επιτελέσουν ως εκφραστές της εποχής τους.



4η στροφή

   Η καταληκτική στροφή μας φέρνει στα αποτελέσματα όλη αυτής της σύγχυσης και της διάλυσης που βιώνουν οι ποιητές. Η θύμηση του παρελθόντος τους προκαλεί τέτοιας έντασης πόνο, ώστε ο ποιητής τον παρουσιάζει ως σωματικό (στο σώμα), για να δείξει εναργέστερα την οξύτητά του. Είναι σαφής η ωραιοποίηση του παρελθόντος που γίνεται εδώ, καθώς -όπως συμβαίνει συχνά- οι άνθρωποι έχουν την τάση να θεωρούν τις περασμένες εποχές καλύτερες, λησμονώντας τα προβλήματα και τις δυσκολίες που πάντοτε υπάρχουν. Η αλήθεια είναι βέβαια πως στα χρόνια του Καρυωτάκη η Ελλάδα δοκιμαζόταν σκληρά, μιας και πάσχιζε να επουλώσει τις πληγές του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου.
   «Μας διώχνουνε τα πράγματα», σχολιάζει ο ποιητής, αναφερόμενος φυσικά στην πραγματικότητα, η οποία πληγώνει τους ποιητές με τη σκληρότητά της και τους απωθεί. Μπροστά στην οικονομική κατάρρευση, τη διάψευση κάθε ελπίδας για το μέλλον και της παρακμής που διατρέχει κάθε κοινωνική έκφανση, η μόνη διαφυγή που υπάρχει είναι η ποίηση. Κι όμως ο ποιητής καθιστά σαφές πως η ποίηση δεν είναι γι’ αυτούς παρά το καταφύγιο που αποζητούν, αλλά παραμένει απρόσιτο και καταλήγουν να το φθονούν.
   Ο φθόνος απέναντι στην Ποίηση, έρχεται να αποκαλύψει την πλήρη αδυναμία τους να εισέλθουν στον κόσμο της αρμονίας, της ουσιαστικής έκφρασης και απόδοσης των συναισθημάτων. Οι θετικές όψεις της ποίησης που μπορούν να προσεγγιστούν μόνο από εκείνους που διαθέτουν την αναγκαία ψυχική γαλήνη και συγκρότηση, διαφεύγουν επίμονα από τους ποιητές αυτής της εποχής, που βιώνουν μια τραγική αίσθηση εσωτερικής διάλυσης. Πώς θα μπορούσαν οι ποιητές αυτοί, που ζουν σε μια καταρρέουσα κοινωνία, να φτάσουν στο επίπεδο της αρμονικής έκφρασης και άρτιας δόμησης, που εκπροσωπείται από την ποίηση;
   Για τον Καρυωτάκη είναι σαφές πλέον πως η εξωτερική παρακμή έχει καθρεφτιστεί στον εσωτερικό τους κόσμο, στερώντας τους τη δυνατότητα να επανέλθουν στην κατάσταση πνευματικής και ψυχικής συγκρότησης, που χαρακτήριζε τους δημιουργούς των περασμένων εποχών. Η Ποίηση, η δημιουργία, η τέχνη, είναι απρόσιτες και ανέφικτες για ανθρώπους που βρίσκονται σε μια τέτοια κατάσταση παρακμής, παραίτησης και απελπισίας.
   Η Ποίηση παραμένει, όχι μόνο απρόσιτη, αλλά και ως διαρκής υπενθύμιση πως κάποτε οι τεχνίτες του λόγου, είχαν πετύχει μια ιδανική ισορροπία ανάμεσα στην κοινωνική και την ατομική τους υπόσταση.
   Είναι εμφανής βέβαια η ειρωνική διάθεση του ποιητή, όταν παρουσιάζει την εσωτερική κατάρρευση των ποιητών, συνθέτοντας ένα άρτιο σονέτο, σύμφωνο με όλους τους κανόνες της παραδοσιακής ποίησης. Γιατί ακόμη κι αν ως προς τα εξωτερικά χαρακτηριστικά η ποίησή του παραπέμπει στις περασμένες εποχές, η πικρία και η αποσύνθεση του περιεχομένου, αποτελούν αδιάψευστη μαρτυρία πως η ποίηση του παρελθόντος στέκει πια ως ένα ανέφικτο ιδανικό.
   Με τη χρήση συμβόλων ο Καρυωτάκης κατορθώνει να αποδώσει άριστα τη συναισθηματική κατάσταση των ποιητών και τον τρόπο που οι ίδιοι αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους, αλλά και την ποιητική τους παραγωγή. Τα σύμβολα που αποδίδουν την κατάσταση των ποιητών είναι κατά σειρά «ξεχαρβαλωμένες κιθάρες», «απίστευτες αντένες», «διάχυτες αισθήσεις». Ενώ το ποιητικό τους έργο παρουσιάζεται με τους «παράφωνους στίχους και ήχους», της ξεχαρβαλωμένης κιθάρας.


ΟΜΑΔΑ Γ :
ΠΑΡΑΛΙΚΙΔΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΠΟΛΥΜΕΝΙΔΟΥ ΜΑΡΙΑ
ΠΟΛΥΣΙΟΥ ΜΑΡΙΑ
ΣΚΑΡΛΑΤΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΣΤΕΡΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΑ
ΦΩΤΙΟΥ ΣΤΕΡΓΙΟΣ

ΟΜΑΔΑ Γ ~ ΕΡΩΤΟΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ


Κείμενο :Έρωτος αποτελέσματα, Αγνώστου

            Στο κείμενο παρουσιάζονται πέντε άτομα: η Ελενίτσα, ο πατέρας της, η μητέρα της, o Γιωργάκης και ο πατέρας του, από τα οποία τα πιο σημαντικά είναι είναι η Ελενίτσα, ο πατέρας της και η μητέρα της.
            Η Ελενίτσα αγάπησε πολύ έναν νεαρό μόλις τον είδε. Εξαιτίας αυτού δεν μπορούσε να φάει και το μόνο που σκεφτόταν ήταν ο νεαρός αυτός. Φαίνεται ότι ήταν πολύ στενοχωρημένη, λυπημένη και έδινε την εντύπωση ότι ήταν άρρωστη. Αυτό φανερώνεται από το ότι είχε κλειστεί στον εαυτό της και τις σκέψεις της. Ακόμη, δεν μιλούσε σε κανέναν, ήταν απόμακρη, ντροπαλή και αποξενωμένη από τους γύρω της. Παρ' όλο που προσπαθούσε να κρυφτεί, η έκφραση του προσώπου της ήταν τόσο χαρακτηριστική και τρομαγμένη που δεν τα κατάφερνε. Όμως αυτή η κατάσταση τελείωσε όταν έμαθε ότι ο πατέρας της  και ο πατέρας του Γιωργάκη συνεννοήθηκαν για να τους παντρέψουν. Τότε η Ελενίτσα έγινε χαρούμενη, ευτυχισμένη, δεν ήταν πια απελπισμένη και απογοητευμένη καθώς πραγματοποιήθηκε η επιθυμία της.
            Η μητέρα της Ελενίτσας παρουσιάζεται να παίζει το ρόλο αυτής που φροντίζει την κόρη της, ενδιαφέρεται για αυτή και νοιάζεται. Είναι άνθρωπος στοργικός, τρυφερός, πονόψυχος και συμπονετικός. Αυτά τα καταλαβαίνουμε από τις κινήσεις της μάνας , δηλαδή μέσα από το ενδιαφέρον που δείχνει στη κόρη της με τις ερωτήσεις σχετικά με την κατάστασή της και με την προσπάθειά της να την κάνει καλά. Σε ένα σημείο του κειμένου αναφέρει ότι η Ελενίτσα είχε περισσότερο θάρρος στην μαμά της, άρα συμπεραίνουμε ότι η μητέρα ήταν πιο κοντά στην κόρη εν σχέση με τον πατέρα ο οποίος μάλλον θα ήταν πιο απόμακρος.
            Ο πατέρας δείχνει και εκείνος σημάδια φροντίδας και προστασίας για την κόρη του. Είναι προστατευτικός, ρωτά την κόρη του τι έχει και την συμβουλεύει τι να κάνει. Όπως η μητέρα, έτσι και ο πατέρας παίζει το ρόλο αυτού που φροντίζει και νοιάζεται για την κόρη του. Ακόμη, είναι υπεύθυνος, αφού αυτός αναλαμβάνει να πραγματοποιήσει την ευχή της κόρης του με το να ζητήσει από τον πατέρα του Γιωργάκη να παντρέψουν τα παιδιά τους. Δεν φαίνεται να είναι όμως κοντά στην κόρη του, αφού η ίδια έχει περισσότερο θάρρος στη μητέρα της.
            Ο Γιωργάκης παρουσιάζεται ως το καλό παιδί από τη μητέρα της Ελενίτσας. Τον παινεύει λέγοντας ότι είναι νέος, σεμνός, τίμιος, όμορφος, ικανός και γιος ενός νοικοκύρη. Με αυτόν τον τρόπο προσπαθούσε να πείσει την κόρη της ότι αυτός είναι ο ιδανικός, χωρίς να ξέρει ότι η Ελενίτσα τον αγαπούσε προ πολλού.
            Στο κείμενο εμφανίζονται πολλές σχέσεις του άνδρα και της γυναίκας. Αρχικά, εμφανίζεται η σχέση πατέρα – κόρη, η οποία χαρακτηρίζεται από στοργή, αγάπη, φροντίδα, προστασία, βοήθεια και τρυφερότητα. Ο πατέρας προστατευτικός με την κόρη προσπαθεί να την κάνει να αισθανθεί καλύτερα. Μία άλλη σχέση που παρουσιάζεται μεταξύ των δύω φύλλων είναι η σχέση κοπέλας – νεαρού. Η σχέση αυτή χαρακτηρίζεται αγάπη και έρωτα, ο οποίος δικαιώνεται ηθικά με το γάμο.
Τέλος,  υπάρχει και η σχέση άντρα συζύγου και γυναίκας συζύγου, η οποία χαρακτηρίζεται από εμπιστοσύνη, συνεργατικότητα, αγάπη για τα παιδιά τους και το κοινό τους ενδιαφέρον για αυτά. Υπάρχουν ποικίλες σχέσεις άνδρα-γυναίκα μέσα στο κείμενο, η καθεμία από αυτές είναι διαφορετική.

Θέματα κειμένου

1)Το θέμα του έρωτα και του γάμου : Ο έρωτας και ο γάμος ήταν θέμα  πολύ συνηθισμένο στα πρώτα διηγήματα που γράφτηκαν και τυπώθηκαν στην ελληνική γλώσσα, Από άποψη περιεχομένου τα πρώτα αυτά διηγήματα ήταν κάπως αφελή. Το αναγνωστικό κοινό για το οποίο απευθυνόταν ήταν η φαναριώτικη κοινωνία του τέλους του ΙΗ' αιώνα.
2)Το ευτυχές τέλος της ιστορίας : Ισχύει ότι όλες αυτές οι ιστορίες έχουν ευτυχές τέλος, το οποίο γέμιζε με συναισθήματα ικανοποίησης και ανακούφισης τον αναγνώστη. Αυτός ένοιωθε να συμπάσχει με τους ήρωες του έργου και γι’ αυτό ήθελε το τέλος να είναι αίσιο.


ΟΜΑΔΑ Γ :
ΠΑΡΑΛΙΚΙΔΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΠΟΛΥΜΕΝΙΔΟΥ ΜΑΡΙΑ
ΠΟΛΥΣΙΟΥ ΜΑΡΙΑ
ΣΚΑΡΛΑΤΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΣΤΕΡΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΑ
ΦΩΤΙΟΥ ΣΤΕΡΓΙΟΣ

ΟΜΑΔΑ Γ ~ Η ΦΟΝΙΣΣΑ


Ηθογραφία της «Φόνισσας»

    Στο συγκεκριμένο διήγημα- νουβέλα ,«κοινωνικό μυθιστόρημα», κατά τον Παπαδιαμάντη, κεντρικό πρόσωπο είναι η Φραγκογιαννού. Είναι μια γυναίκα αρκετά μεγάλης ηλικίας, εξήντα χρονών, χήρα με εφτά παιδιά (εκ των οποίων ο ένας γιος της είναι εγκληματίας και φυλακισμένος στις φυλακές της Χαλκίδας), που έχει βιώσει πολλά βάσανα στη ζωή της.
    Ιδιαίτερα χαρακτηρίζεται ως μια κατατρεγμένη γυναίκα με πολλές δυσκολίες στη ζωή της που έχει νιώσει τον κοινωνικό ρατσισμό σε κάθε πτυχή του. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον Παπαδιαμάντη, σε όλη της τη ζωή υπηρετούσε κάποιον, είτε αυτός ήταν οι γονείς της, είτε αυτός ήταν ο άντρας της, είτε αυτά ήταν τα παιδιά της. Γι` αυτό και κάτω από τα «φοβερότερα βάθη και πάθη της ανθρώπινης ψυχής», στα όρια του παραλογισμού προσπαθεί να σώσει κάθε άλλο θηλυκό που βρίσκεται αβοήθητο στο δρόμο της. Έτσι, λοιπόν, στην ηλικία που βρίσκεται τώρα διαπράττει μια σειρά από φόνους μικρών κοριτσιών θέλοντας με αυτό τον τρόπο να τα απαλλάξει όπως και τις μητέρες τους από μια «βασανιστική» ζωή σαν τη δική της. Νιώθει έτσι πως διαπράττει κοινωνικό καλό, μία θεάρεστη πράξη. Αποτελεί, λοιπόν, ένα τραγικό πρόσωπο, αφού γίνεται θύτης για να προλάβει να μην γίνουν θύματα της μοίρας τους τα θύματά της. Επομένως, δεν φαίνεται να διαπράττει τους φόνους από κακία και μίσος προς τα μικρά κορίτσια, αλλά μέσα στα πλαίσια ενός παραλογισμού από υποσυνείδητη «καλοσύνη» για να τα «σώσει» απ` τη «μαρτυρική» ζωή που επρόκειτο να κάνουν. Λειτουργεί, συνεπώς καλοπροαίρετα εμμέσως απέναντι στα κορίτσια. Σκοτώνει για να ελευθερώσει. Διορθώνει τη φύση, διορθώνει τη ζωή, λυτρώνει τους φτωχούς από την κακή τύχη που είχαν γεννώντας θηλυκό. Διορθώνει μια και καλή τους άδικους νόμους και τις συνήθειες μιας στενοκέφαλης κοινωνίας. Βοηθάει τους ανθρώπους. Το κακό που κάνει εκείνη τη στιγμή, το φονικό, δεν είναι πια κακό. Όταν πρόκειται να βοηθήσεις τους φτωχούς και τους βασανισμένους από το βάρος ενός θηλυκού και το φονικό παύει να είναι κακό. Ωστόσο, ένας φόνος είναι σε κάθε περίπτωση ένας φόνος, η αφαίρεση μιας ανθρώπινης ζωής. Άρα, παρουσιάζεται και σκληρή και ατάραχη απέναντι στα εγκλήματα που διαπράττει.
    Η γριά-Χαδούλα, είναι μια γυναίκα της εποχής του Παπαδιαμάντη, μιας ανδροκρατούμενης δηλαδή κοινωνίας. Θα λέγαμε, λοιπόν πως η Φραγκογιαννού είναι ένας αντιδραστικός χαρακτήρας στο κατεστημένο της εποχής της δηλώνοντας την διαμαρτυρία της μπροστά στη Μοίρα των γυναικών του νησιού. Είναι μια γυναίκα σκληρή αλλά συνάμα ευαίσθητη και προβληματισμένη για τη θέση της γυναίκας, «σκλαβιά του γυναικείου φύλου», την εποχή αυτή. Έτσι, ο Παπαδιαμάντης προβάλλει το κοινωνικό πρόβλημα που υπήρχε στην εποχή του, εποχή «ανδροκρατίας και ανδροτρομοκρατίας», σχετικά με τη θέση της γυναίκας στις επαρχιακές και υπανάπτυκτες κοινωνίες. Η Χαδούλα Φραγκογιαννού, η φόνισσα, είναι αναμφισβήτητα μια από τις ολοκληρωμένες ηρωίδες της πεζογραφίας μας. Είναι ακόμη η έκφραση της ιδιαίτερης μοίρας της γυναίκας. Επειδή έχει ξεκαθαρίσει μέσα της από πολύ νωρίς το τι σημαίνει να γεννηθείς γυναίκα ή να έχεις να νοιαστείς γυναίκες, όλο και πιο συχνά την άκουγαν να λέει πως καλύτερα να μην παντρεύεται κανείς παρά να γεννήσει κορίτσια. «Τι να σας πω, είχε πει κάποτε γελώντας, έτσι του έρχεται τ’ανθρώπου την ώρα που γεννιούνται ,να τα καρυδοπνίγει
    Ο Παπαδιαμάντης μέσα από τα πάθη της επαναστατημένης αυτής ψυχής έδωσε σε όλο του το βάθος το ηθικό πρόβλημα του σημερινού ανθρώπου. Άγγιξε και φώτισε όχι μόνον την γυναικεία μοίρα αλλά την ανθρώπινη, στο καίριο ακριβώς σημείο της σύγχυσης του καλού και του κακού όπου δικαιολογείται ακόμη και η βία. Αν αφαιρέσουμε από το μυθιστόρημα όλα τα εξωτερικά και πρόσκαιρα στοιχεία και παρατηρήσουμε μόνον την ψυχή της Χαδούλας τότε θα δούμε πόσο όμοια είναι η πορεία της με την πορεία του σημερινού ανθρώπου. Όμοια η σύγχυση και πάνω απ’όλα όμοια η έπαρση. Είχε ψηλώσει ο νους της έτσι όπως έχει ψηλώσει και ο δικός μας νους συχνά μέσα στην γενική παρεξήγηση αξιών που ζούμε. Όταν η Χαδούλα θέλησε να κάνει τον απολογισμό της ζωής της και κατέληξε στο πικρό συμπέρασμα πως «ο βίος της είναι ανωφελής και μάταιος και βαρύς», τότε η κατάσταση γίνεται αφόρητη και ακατανόητη. Ή έπρεπε να σκύψει το κεφάλι στην ανθρώπινη μοίρα και να αγωνιστεί αντιμετωπίζοντας τα μάταια βάσανα της ζωής που τελειωμό δεν έχουν ή καθώς ψηλώνει ο νους της, να επαναστατήσει. Και η Φραγκογιαννού επαναστάτησε με τον τρόπο της.    Συνειδητοποιώντας τη σκλαβιά της απομονώνεται απ’ όλους τους άλλους που αντίθετα μ’ αυτήν ούτε βλέπουν, ούτε καταλαβαίνουν. Το να υπηρετεί τους άλλους δεν αποτελεί γι’ αυτήν λύτρωση, δεν είναι θετική στάση απέναντι στην ζωή, δεν είναι δεσμός και επικοινωνία με τους ανθρώπους, με τη φύση, με το χρόνο και κυρίως δεν είναι δική της επιλογή. Δεν διάλεξε τον τρόπο ζωής της, όπως δεν διάλεξε και την γέννησή της, άλλως θα έβρισκε την δύναμη να αντέξει και τις πίκρες και τα βάσανα και θα έβρισκε νόημα στη ζωή της. Είναι ολομόναχη, ψυχικά ταπεινωμένη, και αμύνεται με κάθε τρόπο να βγει από την φτώχια που της έχει επιβληθεί και όταν βρίσκεται αντιμέτωπη με την ανθρώπινη δικαιοσύνη, θέλει να πετάξει, να γλυτώσει, να ελευθερωθεί όχι μόνο από τους διώκτες της αλλά από την ίδια της την μοίρα, εκείνη του ανθρώπου που παραλογίστηκε και έχασε τον δρόμο του. Γι’αυτό και ο θάνατος δεν έρχεται ούτε σαν τιμωρία, ούτε σαν εξιλέωση, μιας και ούτε η θεία, ούτε η ανθρώπινη δικαιοσύνη δεν θέλησαν να αγγίξουν αυτήν την επαναστατημένη ψυχή.


ΟΜΑΔΑ Γ :
ΠΑΡΑΛΙΚΙΔΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΠΟΛΥΜΕΝΙΔΟΥ ΜΑΡΙΑ
ΠΟΛΥΣΙΟΥ ΜΑΡΙΑ
ΣΚΑΡΛΑΤΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΣΤΕΡΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΑ
ΦΩΤΙΟΥ ΣΤΕΡΓΙΟΣ

ΟΜΑΔΑ Γ ~ Η ΦΟΝΙΣΣΑ

Η ΦΟΝΙΣΣΑ ( ΠΕΡΙΛΗΨΗ )

   Στο διήγημα του Παπαδιαμάντη, «η Φόνισσα», το κεντρικό πρόσωπο, η γριά Χαδούλα ή Φραγκογιαννού σκοτώνει τέσσερα μικρά κορίτσια, θέλοντας έτσι να τα απαλλάξει απ’ τις δυσκολίες και τα πάθη που θα τους έφερνε η ζωή όπως σε όλες τις γυναίκες της εποχής της. Το πρώτο της έγκλημα, διαπράττει ένα βράδυ του Ιανουαρίου, μέσα στο φτωχικό της σπίτι, όντας παραλογισμένη, καθώς συλλογίζεται τον «ανώφελο, μάταιο και βαρύ» βίο της, με θύμα τη νεογέννητη εγγονή της, που ήταν άρρωστη, κι έτσι δεν ενοχοποιείται για το θάνατο της μικρής. Λίγο καιρό αργότερα, για να ξεφύγει απ’ τις τύψεις που τη βαραίνουν πηγαίνει σ’ ένα ερημοκκλήσι. Στην επιστροφή, περνά απ’ το περιβόλι του Γιάννη του Περιβολά που η γυναίκα του ήταν άρρωστη, κλεισμένη μες στο σπίτι και βρίσκει μόνα τους τα δύο μικρά κορίτσια τους να παίζουν δίπλα στη στέρνα. Εκεί, σπρώχνοντάς τα μέσα στο νερό, τα πνίγει και όταν οι γονείς τους εμφανίζονται προσποιείται ότι προσπαθεί να τα σώσει ενώ είναι ήδη νεκρά. Επομένως, γλιτώνει από τις κατηγορίες για το θάνατο των δύο κοριτσιών αλλά λίγο καιρό αργότερα, όταν τυχαία πνίγεται ένα κορίτσι σε ένα πηγάδι και η ίδια συμπτωματικά είναι κοντά κατηγορείται και ξεκινά η καταδίωξή της απ' τις Αρχές. Η φονική δράση της, όμως, δε σταματά εκεί και πνίγει ακόμα το νεογέννητο ενός βοσκού, στη στάνη του οποίου κρυβόταν απ’ τους χωροφύλακες, ενώ την τελευταία στιγμή σώζονται τα δύο κορίτσια ενός άλλου βοσκού λόγω της έγκαιρης προσέλευσης των χωροφυλάκων. Τέλος, η Φραγκογιαννού, καταδιωκόμενη από τους χωροφύλακες, αποφασίζει να πάει στο ερημητήριο του Αγίου Σώστη, που βρισκόταν σε ένα μικρό τμήμα ξηράς μέσα στη θάλασσα με γέφυρα ένα στενό πέρασμα στεριάς που κάθε τόσο το κάλυπτε η θάλασσα, με σκοπό να εξομολογηθεί τα πάθη της στον πνευματικό γέροντα παπ’ Ακάκιο και μετανοώντας, με την βοήθεια του, να ξενιτευτεί μέσω κάποιου διερχόμενου πλοίου. Ωστόσο, η βρεφοκτόνος, δεν προφταίνει να περάσει το πέρασμα και πνίγεται απ` τα ορμητικά, πικρά και αλμυρά νερά της παλίρροιας « στο μισό του δρόμου μεταξύ της θείας και της ανθρώπινης δικαιοσύνης ».



ΟΜΑΔΑ Γ :
ΠΑΡΑΛΙΚΙΔΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΠΟΛΥΜΕΝΙΔΟΥ ΜΑΡΙΑ
ΠΟΛΥΣΙΟΥ ΜΑΡΙΑ
ΣΚΑΡΛΑΤΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΣΤΕΡΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΑ
ΦΩΤΙΟΥ ΣΤΕΡΓΙΟΣ

ΟΜΑΔΑ Γ ~ ΕΡΩΤΟΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ


Κείμενο :Έρωτος αποτελέσματα, Αγνώστου

            Στο κείμενο παρουσιάζονται πέντε άτομα: η Ελενίτσα, ο πατέρας της, η μητέρα της, o Γιωργάκης και ο πατέρας του, από τα οποία τα πιο σημαντικά είναι είναι η Ελενίτσα, ο πατέρας της και η μητέρα της.
            Η Ελενίτσα αγάπησε πολύ έναν νεαρό μόλις τον είδε. Εξαιτίας αυτού δεν μπορούσε να φάει και το μόνο που σκεφτόταν ήταν ο νεαρός αυτός. Φαίνεται ότι ήταν πολύ στενοχωρημένη, λυπημένη και έδινε την εντύπωση ότι ήταν άρρωστη. Αυτό φανερώνεται από το ότι είχε κλειστεί στον εαυτό της και τις σκέψεις της. Ακόμη, δεν μιλούσε σε κανέναν, ήταν απόμακρη, ντροπαλή και αποξενωμένη από τους γύρω της. Παρ' όλο που προσπαθούσε να κρυφτεί, η έκφραση του προσώπου της ήταν τόσο χαρακτηριστική και τρομαγμένη που δεν τα κατάφερνε. Όμως αυτή η κατάσταση τελείωσε όταν έμαθε ότι ο πατέρας της  και ο πατέρας του Γιωργάκη συνεννοήθηκαν για να τους παντρέψουν. Τότε η Ελενίτσα έγινε χαρούμενη, ευτυχισμένη, δεν ήταν πια απελπισμένη και απογοητευμένη καθώς πραγματοποιήθηκε η επιθυμία της.
            Η μητέρα της Ελενίτσας παρουσιάζεται να παίζει το ρόλο αυτής που φροντίζει την κόρη της, ενδιαφέρεται για αυτή και νοιάζεται. Είναι άνθρωπος στοργικός, τρυφερός, πονόψυχος και συμπονετικός. Αυτά τα καταλαβαίνουμε από τις κινήσεις της μάνας , δηλαδή μέσα από το ενδιαφέρον που δείχνει στη κόρη της με τις ερωτήσεις σχετικά με την κατάστασή της και με την προσπάθειά της να την κάνει καλά. Σε ένα σημείο του κειμένου αναφέρει ότι η Ελενίτσα είχε περισσότερο θάρρος στην μαμά της, άρα συμπεραίνουμε ότι η μητέρα ήταν πιο κοντά στην κόρη εν σχέση με τον πατέρα ο οποίος μάλλον θα ήταν πιο απόμακρος.
            Ο πατέρας δείχνει και εκείνος σημάδια φροντίδας και προστασίας για την κόρη του. Είναι προστατευτικός, ρωτά την κόρη του τι έχει και την συμβουλεύει τι να κάνει. Όπως η μητέρα, έτσι και ο πατέρας παίζει το ρόλο αυτού που φροντίζει και νοιάζεται για την κόρη του. Ακόμη, είναι υπεύθυνος, αφού αυτός αναλαμβάνει να πραγματοποιήσει την ευχή της κόρης του με το να ζητήσει από τον πατέρα του Γιωργάκη να παντρέψουν τα παιδιά τους. Δεν φαίνεται να είναι όμως κοντά στην κόρη του, αφού η ίδια έχει περισσότερο θάρρος στη μητέρα της.
            Ο Γιωργάκης παρουσιάζεται ως το καλό παιδί από τη μητέρα της Ελενίτσας. Τον παινεύει λέγοντας ότι είναι νέος, σεμνός, τίμιος, όμορφος, ικανός και γιος ενός νοικοκύρη. Με αυτόν τον τρόπο προσπαθούσε να πείσει την κόρη της ότι αυτός είναι ο ιδανικός, χωρίς να ξέρει ότι η Ελενίτσα τον αγαπούσε προ πολλού.
            Στο κείμενο εμφανίζονται πολλές σχέσεις του άνδρα και της γυναίκας. Αρχικά, εμφανίζεται η σχέση πατέρα – κόρη, η οποία χαρακτηρίζεται από στοργή, αγάπη, φροντίδα, προστασία, βοήθεια και τρυφερότητα. Ο πατέρας προστατευτικός με την κόρη προσπαθεί να την κάνει να αισθανθεί καλύτερα. Μία άλλη σχέση που παρουσιάζεται μεταξύ των δύω φύλλων είναι η σχέση κοπέλας – νεαρού. Η σχέση αυτή χαρακτηρίζεται αγάπη και έρωτα, ο οποίος δικαιώνεται ηθικά με το γάμο.
Τέλος,  υπάρχει και η σχέση άντρα συζύγου και γυναίκας συζύγου, η οποία χαρακτηρίζεται από εμπιστοσύνη, συνεργατικότητα, αγάπη για τα παιδιά τους και το κοινό τους ενδιαφέρον για αυτά. Υπάρχουν ποικίλες σχέσεις άνδρα-γυναίκα μέσα στο κείμενο, η καθεμία από αυτές είναι διαφορετική.

Θέματα κειμένου

1)Το θέμα του έρωτα και του γάμου : Ο έρωτας και ο γάμος ήταν θέμα  πολύ συνηθισμένο στα πρώτα διηγήματα που γράφτηκαν και τυπώθηκαν στην ελληνική γλώσσα, Από άποψη περιεχομένου τα πρώτα αυτά διηγήματα ήταν κάπως αφελή. Το αναγνωστικό κοινό για το οποίο απευθυνόταν ήταν η φαναριώτικη κοινωνία του τέλους του ΙΗ' αιώνα.
2)Το ευτυχές τέλος της ιστορίας : Ισχύει ότι όλες αυτές οι ιστορίες έχουν ευτυχές τέλος, το οποίο γέμιζε με συναισθήματα ικανοποίησης και ανακούφισης τον αναγνώστη. Αυτός ένοιωθε να συμπάσχει με τους ήρωες του έργου και γι’ αυτό ήθελε το τέλος να είναι αίσιο.


ΟΜΑΔΑ Γ :
ΠΑΡΑΛΙΚΙΔΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΠΟΛΥΜΕΝΙΔΟΥ ΜΑΡΙΑ
ΠΟΛΥΣΙΟΥ ΜΑΡΙΑ
ΣΚΑΡΛΑΤΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΣΤΕΡΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΑ
ΦΩΤΙΟΥ ΣΤΕΡΓΙΟΣ

ΟΜΑΔΑ Γ ~ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΕΣ


Αφηγηματικές τεχνικές - αφηγηματικοί τρόποι

Αφηγηματικές  τεχνικές

Οι λειτουργίες του αφηγητή
   O αφηγητής μπορεί να είναι πρόσωπο της αφήγησης, με πρωταγωνιστικό ή δευτερεύοντα ρόλο, ή μπορεί να είναι αμέτοχος στα γεγονότα. Αν συμμετέχει στην ιστορία (είτε ως βασικός ήρωας είτε ως απλός παρατηρητής ή αυτόπτης μάρτυρας), τον ονομάζουμε «ομοδιηγητικό αφηγητή». Σ’ αυτή την περίπτωση ο αφηγητής αφηγείται σε πρώτο ρηματικό πρόσωπο (πρωτοπρόσωπη αφήγηση).
   Διακρίνονται δύο παραλλαγές του ομοδιηγητικού αφηγητή: ο αφηγητής-παρατηρητής/θεατής, δηλαδή ο αφηγητής που είναι παρατηρητής/μάρτυρας των συμβάντων της αφήγησης, και ο αφηγητής-πρωταγωνιστής, δηλαδή ο αφηγητής που συμμετέχει στην αφήγηση ως βασικός ήρωας. Όταν μάλιστα αφηγείται σε πρώτο ρηματικό την προσωπική του ιστορία, ονομάζεται ιδιαίτερα «αυτοδιηγητικός αφηγητής».
   Αν ο αφηγητής δεν συμμετέχει καθόλου στην ιστορία που διηγείται ονομάζεται «ετεροδιηγητικός αφηγητής». Στην περίπτωση αυτή ο συγγραφέας αναθέτει την αφήγηση σε πρόσωπο ξένο προς την ιστορία, την οποία παρουσιάζει σε τρίτο πρόσωπο (τριτοπρόσωπη αφήγηση). Ονομάζεται, ιδιαίτερα, «παντογνώστης αφηγητής» (ή «αφηγητής-Θεός») αυτός που βρίσκεται παντού και πάντοτε και γνωρίζει τα πάντα, ακόμα και τις πιο απόκρυφες σκέψεις των προσώπων της αφήγησης.
Η εστίαση
   Με τον όρο «εστίαση» αναφερόμαστε στην απόσταση που παίρνει ο αφηγητής από τα πρόσωπα της αφήγησης. Ο Ζενέτ προτείνει τους ακόλουθους τρεις τύπους εστίασης της τριτοπρόσωπης αφήγησης:
•   Αφήγηση χωρίς εστίαση (ή μηδενική εστίαση): ο αφηγητής γνωρίζει περισσότερα από τα πρόσωπα. Αντιστοιχεί στην αφήγηση με παντογνώστη αφηγητή.
•   Αφήγηση με εσωτερική εστίαση: η αφήγηση παρακολουθεί ένα από τα
πρόσωπα ή ο αφηγητής ξέρει τόσα, όσα και το πρόσωπο από τη σκοπιά του οποίου αφηγείται.
•   Αφήγηση με εξωτερική εστίαση: ο αφηγητής ξέρει λιγότερα από τα πρόσωπα. Στην περίπτωση αυτή ο ήρωας δρα, χωρίς ο αναγνώστης να μπορεί να μάθει τις σκέψεις του (π.χ. αστυνομικά μυθιστορήματα).
O χρόνος της αφήγησης
   Τρεις χρονικές τοποθετήσεις της αφήγησης χρονικά, σε σχέση με την ιστορία, είναι πιθανές: το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Με βάση αυτά τα χρονικά επίπεδα, η αφήγηση μπορεί να είναι τεσσάρων ειδών:
•   Η μεταγενέστερη αφήγηση. Είναι η πιο συχνή. Διηγούμαστε την ιστορία αφού έχει εξ ολοκλήρου συντελεστεί.
•   Η προγενέστερη αφήγηση, που προηγείται της έναρξης της ιστορίας.
•   Η ταυτόχρονη αφήγηση, της οποίας η εκφώνηση είναι σύγχρονη της ιστορίας.
•   Η παρέμβλητη  αφήγηση, όπου ο αφηγητής διηγείται μαζί με τα γεγονότα που συντελέστηκαν και τις σκέψεις που του έρχονται κατά τη στιγμή της γραφής.
H χρονική σειρά των γεγονότων
   Συχνά ο αφηγητής παραβιάζει την ομαλή χρονική πορεία για να γυρίσει προσωρινά στο παρελθόν ή αφηγείται ένα γεγονός που πρόκειται να διαδραματιστεί αργότερα. Τις παραβιάσεις αυτές τις ονομάζουμε αναχρονίες και τις διακρίνουμε σε:
Αναδρομικές αφηγήσεις / αναδρομές ή αναλήψεις και Πρόδρομες αφηγήσεις ή προλήψεις.
   Αναδρομή είναι η τεχνική κατά την οποία διακόπτεται η κανονική χρονική σειρά των συμβάντων για να εξιστορηθούν γεγονότα του παρελθόντος, ενώ στην πρόληψη ο αφηγητής κάνει λόγο εκ των προτέρων για γεγονότα που θα γίνουν αργότερα.
Άλλες τεχνικές με τις οποίες παραβιάζεται η ομαλή, φυσική χρονική σειρά:
•   In medias res: η λατινική αυτή φράση σημαίνει «στο μέσο των πραγμάτων», δηλαδή στη μέση της υπόθεσης, και αποτελεί μια τεχνική της αφήγησης σύμφωνα με την οποία το νήμα της ιστορίας δεν ξετυλίγεται από την αρχή, αλλά ο αφηγητής αρχίζει την ιστορία από το κρισιμότερο σημείο της πλοκής και, έπειτα, με αναδρομή στο παρελθόν, παρουσιάζονται όσα προηγούνται του σημείου αυτού. Με την τεχνική αυτή διεγείρεται το ενδιαφέρον του αναγνώστη και η αφήγηση δεν γίνεται κουραστική.
•   Εγκιβωτισμός: σε κάθε αφηγηματικό κείμενο υπάρχει μια κύρια αφήγηση που αποτελεί την αρχική ιστορία και υπάρχουν και μικρότερες, δευτερεύουσες αφηγήσεις μέσα στην κύρια αφήγηση που διακόπτουν  την ομαλή ροή του χρόνου. Αυτή η «αφήγηση μέσα στην  αφήγηση»
ονομάζεται εγκιβωτισμένη αφήγηση ή εγκιβωτισμός.
•   Παρέκβαση /παρέμβλητη (εμβόλιμη) αφήγηση: είναι η προσωρινή διακοπή της φυσικής ροής των γεγονότων και η αναφορά σε άλλο θέμα που δεν σχετίζεται άμεσα με την υπόθεση του έργου.
•   Προϊδεασμός /προσήμανση: είναι η ψυχολογική προετοιμασία του αναγνώστη από τον αφηγητή για το τι πρόκειται να ακολουθήσει.
•   Προοικονομία: είναι ο τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας διευθετεί τα γεγονότα και δημιουργεί τις κατάλληλες προϋποθέσεις, ώστε η εξέλιξη της πλοκής να είναι για τον αναγνώστη φυσική και λογική.
Η χρονική διάρκεια
   O χρόνος της αφήγησης έχει τις ακόλουθες σχέσεις με τον χρόνο της ιστορίας, με κριτήριο τη διάρκεια των γεγονότων:
   O χρόνος της αφήγησης μπορεί να είναι μικρότερος από τον χρόνο της ιστορίας, όταν ο αφηγητής  συμπυκνώνει τον χρόνο (συστολή του χρόνου) και παρουσιάζει συνοπτικά (σε μερικές σειρές) γεγονότα που έχουν μεγάλη διάρκεια. Με τον τρόπο αυτό, ο ρυθμός της αφήγησης  επιταχύνεται.
•   Ο χρόνος της αφήγησης μπορεί να είναι μεγαλύτερος από τον χρόνο  της ιστορίας, όταν ο αφηγητής επιμηκύνει τον χρόνο (διαστολή του  χρόνου) και παρουσιάζει αναλυτικά γεγονότα που διαρκούν ελάχιστα. Με τον τρόπο αυτό επιβραδύνεται ο ρυθμός της αφήγησης.
•   Ο χρόνος της αφήγησης είναι ίσος με τον χρόνο της ιστορίας, συνήθως  σε διαλογικές σκηνές.
Για να συντομεύσει τον χρόνο της αφήγησης, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί τις ακόλουθες τεχνικές:
•   Επιτάχυνση: παρουσιάζει σύντομα γεγονότα που έχουν μεγάλη διάρκεια.
•   Παράλειψη: κάποια γεγονότα δεν τα αναφέρει καθόλου, επειδή δεν σχετίζονται με την ιστορία.
  Περίληψη: παρουσιάζει συνοπτικά τα ενδιάμεσα γεγονότα.
•  Έλλειψη ή αφηγηματικό κενό: ο αφηγητής παραλείπει ένα τμήμα της  ιστορίας ή κάποια γεγονότα που εννοούνται εύκολα ή δεν συμβάλλουν ουσιαστικά στην πλοκή.
Η τεχνική με την οποία ο συγγραφέας διευρύνει τον χρόνο της αφήγησης είναι:
•  Η επιβράδυνση: γεγονότα που έχουν μικρή διάρκεια στην πραγματικότητα παρουσιάζονται εκτεταμένα στην αφήγηση.
Η χρονική συχνότητα
   Η αφηγηματική συχνότητα καθορίζεται από τη σχέση της εμφάνισης ενός γεγονότος στην ιστορία και της έκθεσής του μέσα στην αφήγηση. Έτσι, μοναδική αφήγηση είναι η αφήγηση αυτού που έγινε μία φορά, επαναληπτική είναι η επανάληψη X φορές αυτού που έγινε μια φορά, θαμιστική είναι αφήγηση μία φορά αυτού που έγινε X φορές και πολύ μοναδική είναι η αφήγηση X φορές αυτού που έγινε X φορές.

Στοιχεία πλοκής –Δραματικά απρόοπτα
   Κάποιο γεγονότα   συμβαίνουν ξαφνικά, χωρίς να το περιμένει ο θεατής και αλλάζουν την πορεία του μύθου.
Αφηγηματικοί τρόποι
   Μέρος των αφηγηματικών τεχνικών ενός κειμένου είναι και οι αφηγηματικοί τρόποι που απαντούν στο ερώτημα «πώς αφηγείται» κάποιος. Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι ο όρος αφηγηματικές τεχνικές είναι ευρύτερος και σ’ αυτόν υπάγονται και οι τρόποι με τους οποίους αφηγείται κάποιος και οι οποίοι είναι οι εξής:
•  Έκθεση ή αφήγηση: είναι η παρουσίαση γεγονότων και πράξεων, την οποία ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης διέκριναν σε «διήγηση» και «μίμηση». Στη διήγηση ο αφηγητής αφηγείται μια ιστορία με τη δική του φωνή, ενώ στη μίμηση δανείζεται τη φωνή άλλων προσώπων.
•   Διάλογος: είναι τα διαλογικά μέρη σε ευθύ λόγο και σε πρώτο πρόσωπο.
•   Περιγραφή: η αναπαράσταση προσώπων, τόπων, αντικειμένων, η αφήγηση καταστάσεων.
•   Σχόλιο: η παρεμβολή σχολίων, σκέψεων, γνωμών από τον αφηγητή, έξω από τη ροή της αφήγησης, που στοιχειοθετεί, όπως και η περιγραφή, μια επιβράδυνσή της.
•   Ελεύθερος πλάγιος λόγος: η πιστή απόδοση σκέψεων, διαθέσεων ή συναισθημάτων σε γ’ πρόσωπο και σε παρωχημένο χρόνο. To τμήμα αυτό φαίνεται να ανήκει στην καθαρή αφήγηση, στην ουσία όμως εύκολα μετατρέπεται σε ευθύ λόγο.
•   Εσωτερικός μονόλογος: η απόδοση των σκέψεων ή συναισθημάτων σε  α’ πρόσωπο και σε χρόνο ενεστώτα.
ΟΜΑΔΑ Γ :
ΠΑΡΑΛΙΚΙΔΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΠΟΛΥΜΕΝΙΔΟΥ ΜΑΡΙΑ
ΠΟΛΥΣΙΟΥ ΜΑΡΙΑ
ΣΚΑΡΛΑΤΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΣΤΕΡΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΑ
ΦΩΤΙΟΥ ΣΤΕΡΓΙΟΣ

ΟΜΑΔΑ Γ ~ Η ΠΡΟΙΚΑ


Η ΠΡΟΙΚΑ

Προίκα...η ιστορία της ξεκινά αρκετά παλιά. Η προίκα μιας Ελληνίδας γυναίκας περιλαμβάνει συνήθως μια γκάμα λευκών ειδών για κάθε δωμάτιο του σπιτιού, διακοσμητικά και άλλα χρηστικά αντικείμενα όπως σκεύη κουζίνας, καθώς και προσωπικά αντικείμενα και ρούχα. Όλα αυτά είτε ήταν χειροποίητα από την ίδια την γυναίκα ή την μητέρα της, είτε κάποια αγοράζονταν για να εξοπλίσουν το νέο της σπίτι όταν θα παντρευόταν. Παλιά η προίκα αποτελούσε τη συνεισφορά της γυναίκας στο νέο σπιτικό της μετά τον γάμο και την προετοίμαζε στο να γίνει καλή νοικοκυρά. Από μικρή ηλικία άρχιζε να προετοιμάζει, να ράβει και να κεντάει σεντόνια, πετσέτες, καλύμματα για το κρεβάτι της, μάλλινα χαλιά, κουβέρτες και ότι άλλο χρειάζεται ένα νοικοκυριό.

ΠΑΡΕΛΘΟΝ

Ο θεσμός της προίκας

Η προίκα είχε κατά καιρούς διαφορετική λειτουργία. Στους προϊστορικούς και ιστορικούς χρόνους, στους λαούς γύρω από τη Μεσόγειο η προίκα προερχόταν από τον άνδρα, ο οποίος έδινε δύο παροχές. Μία στον πατέρα της γυναίκας και αποτελούσε μορφή αποζημίωσης για τη δαπάνη της “διατροφής” της γυναίκας και μία ακόμη στην ίδια τη γυναίκα, ως εξασφάλιση για τον μετά τη λύση του γάμου βίο της. Η προίκα δινόταν στους γάμους, που τελούνταν συμφωνία. Στους γάμους με αρπαγή, δεν δινόταν προίκα. Συνήθως οι γονείς έδιναν για προίκα στα κορίτσια τους, χρήματα, ζώα, γιδοπρόβατα, χωράφια ποτιστικά και ξερικά, φορεσιές, μάλλινα πλεκτά, ζωνάρια, σκούφιες, ζακέτες, γάντια, κεντήματα, χαλκώματα, τριχιές, μπαούλα, ραπτομηχανή και γενικά είδη απαραίτητα στο σπίτι και στην εργασία.

Στο σπίτι του γαμπρού

Την Πέμπτη πριν το γάμο, η προίκα της νύφης μεταφέρεται στο σπίτι του γαμπρού, όπου θα ζήσει το ζευγάρι μαζί με την οικογένειά του. Αν και υπάρχουν διαφορές από τόπο σε τόπο, η Πέμπτη είναι η πιο συνηθισμένη μέρα για τη μεταφορά της προίκας. Είναι μια πολύ σημαντική μέρα στην προετοιμασία του γάμου, όπου γυναίκες περπατώντας ή άντρες πάνω σε ζώα, μουλάρια ή άλογα, ανάλογα με τις παραδόσεις του τόπου, δημιουργούν πομπή για να μεταφέρουν τα προικιά. Σ' αυτή δεν παίρνει μέρος η νύφη, ενώ πολλές φορές συνοδεύεται από μουσικούς με όργανα και τραγουδιστές γαμήλιων παραδοσιακών τραγουδιών. Σε κάποια μέρη και κυρίως σε χωριά, το έθιμο παραμένει έχοντας βέβαια ενταχθεί στη σύγχρονη κοινωνία. Έτσι την Πέμπτη πριν το γάμο, στο σπίτι της νύφης ή στο νέο σπίτι του ζευγαριού, κρεμάνε τα προικιά όπως σε ένα μουσείο λαογραφίας, από τις κουρτίνες, τα απλώνουν στα τραπέζια, στα κρεβάτια και ο κόσμος που επισκέπτεται το σπίτι για τα «συχαρίκια» τα θαυμάζει.

Αν δε γίνει ιδιαίτερη συμφωνία (και συνήθως δε γίνεται), ο άντρας αποκτάει την κυριότητα των μετρητών χρημάτων και των κινητών που δόθηκαν ως προίκα. Η γυναίκα δεν έχει κανένα ενεργό δικαίωμα πάνω σ' αυτά. Θα έχει, αν λυθεί ο γάμος της, για να της επιστραφεί. Σ' όλη τη διάρκεια του γάμου η προίκα δεν είναι δική της περιουσία, αλλά περιουσία του άντρα. Με δυο λόγια: Αυτός είναι ο αφέντης. Στη γυναίκα δεν πέφτει λόγος.

Στα πολύ παλιά χρόνια, οι άντρες έκλεβαν, με κάθε ευκαιρία, όσες πιο πολλές γυναίκες μπορούσαν. Οι αρπαζόμενες γυναίκες δεν είχαν θέση νόμιμης συζύγου, έτσι όπως την εννοούμε σήμερα. Ο θεσμός του γάμου ήταν ακόμη αδιαμόρφωτος. Τις χρησιμοποιούσαν λοιπόν ως υπηρετικό προσωπικό του αφέντη, όχι μονό μέσα στο σπίτι, αλλά και έξω στα χωράφια.

Ως το δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η προίκα ήταν στον τόπο μας, όχι μονό μια υποχρέωση των γονιών της κοπέλας, αλλά, προπαντός, μια απαραίτητη οικονομική ενίσχυση για να μπορέσει το καινούριο ζευγάρι να φτιάξει το σπιτικό του και να ξεπεράσει την πιεστική οικονομική στενότητα που αντιμετώπιζε στα πρώτα του βήματα.

Έχει ωριμάσει πια η αντίληψη ότι ο θεσμός της προίκας είναι ταπεινωτικός για τη γυναίκα και επιβεβαιώνει την εξάρτηση της από τον άντρα. Κι αυτό είναι αλήθεια. Γιατί ο αστικός κώδικας, ρυθμίζοντας την προίκα, δεν καθιερώνει απλώς υποχρέωση του πατέρα (κι ύστερα απ' αυτόν, της μητέρας) να εφοδιάσει την κόρη του με τα απαραίτητα περιουσιακά εφόδια, για να μην είναι εξαρτημένη από την (καλή ή κακή) θέληση του άντρα. Προίκα, όπως λέει ο αστικός κώδικας, είναι η περιουσία (κινητά και ακίνητα) που δίνει η γυναίκα ή κάποιος άλλος (συνήθως ο πατέρας της) στον άντρα «προς ανακούφισιν των βαρών του γάμου». Τα βάρη αυτά, σύμφωνα με μια άλλη διάταξη, είναι αποκλειστική υποχρέωση του άντρα.


ΠΑΡΟΝ

Η κίνηση για την κατάργηση του θεσμού της προίκας είναι ένα θετικό βήμα για την απελευθέρωση της γυναίκας από την καταπίεση. Είναι όμως παράλληλα μύθος να πιστέψει κανείς ότι μόνη η νομοθετική κατάργηση του θεσμού της προίκας θα λύσει τα προβλήματα. Η προίκα, με όλες τις παραλλαγές που ίσχυσε, στις διάφορες ιστορικές περιόδους, ήταν γέννημα-θρέμμα των κοινωνικών συνθηκών.
Είναι αδιανόητη η συμβολή της γυναίκας στα βάρη του γάμου με την παράδοση της προίκας στο γαμπρό θα δουλέψουν και οι δυο, και με τα εισοδήματα της εργασίας τους θα προσπαθήσουν να τα βγάλουν περά. Η γυναίκα λοιπόν, στις καινούριες οικονομικοκοινωνικές συνθήκες δε συμβάλλει πια με προίκες, αλλά με τα εισοδήματα της προσωπικής εργασίας της, όμοια όπως γίνεται και με τους άντρες.
Όμως, ακόμα και σήμερα προικίζουν οι γονείς τα κορίτσια τους, όταν και όσο μπορούν. Μονό που, τώρα πια, προικίζουν τα κορίτσια τους, και όχι το γαμπρό. Δίνουν δηλαδή στα κορίτσια τους διάφορα περιουσιακά στοιχεία, που θα ανήκουν στη δίκη τους κυριότητα και θα τα διαχειρίζονται και καρπώνονται αυτά τα ίδια. και όχι οι άντρες τους.

Οι ασφυχτικές λοιπόν κοινωνικοοικονομικές συνθήκες θα διατηρήσουν το θεσμό της προίκας, με μιαν άλλη παραλλαγή: Την ενίσχυση του ίδιου του παιδιού από το γονιό του. Κι όπως φαίνεται, θα τον διατηρήσουν για πολλά ακόμη χρόνια.


ΤΙ ΙΣΧΥΕΙ

Στην αρχική ρύθμιση του Αστικού Κώδικα, το 1946, η προίκα δινόταν υπέρ της γυναίκας στον άνδρα, είτε κατά κυριότητα είτε κατ’ επικαρπία. Όταν την έπαιρνε κατά κυριότητα, δεν είχε καμιά υποχρέωση επιστροφής και η γυναίκα δεν είχε καμιά υποχρέωση αναζήτησης μετά τη λύση του γάμου. Στον Αστικό Κώδικα ρυθμιζόταν μόνον η προίκα που δινόταν στον άνδρα κατ’ επικαρπία και διοίκηση, ενώ η γυναίκα είχε την ψιλή κυριότητα. Σε περίπτωση θανάτου του συζύγου ή κυρίως λύσης του γάμου, η γυναίκα ανακτούσε την πλήρη κυριότητα των προικώων.
Όλα αυτά ίσχυαν μέχρι την εφαρμογή του νόμου 1329/1983, ο οποίος κατήργησε την προίκα ως θεσμό, απαγόρευσε τη σύσταση προίκας και οι προίκες που είχαν μέχρι τότε συσταθεί ανέκαμψαν στις γυναίκες κατά πλήρη κυριότητα.
Συμφωνία για προίκα σήμερα είναι άκυρη. Κάθε σύζυγος έχει την κυριότητα, επικαρπία και διοίκηση της περιουσίας του και μετά τη λύση του γάμου, αν ο ένας από τους δύο έχει γίνει πλουσιότερος κατά τη διάρκεια του γάμου από αιτία που δεν ήταν χαριστική προς αυτόν (δωρεά, κληρονομία, κληροδοσία, γονική παροχή), ο άλλος σύζυγος έχει αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα αυτά, εφόσον αποδείξει τη συμβολή του. Ο νόμος προβλέπει γαμικό σύμφωνο, το σύμφωνο κοινοκτημοσύνης. Αυτό είναι συμβολαιογραφική σύμβαση, που καταρτίζεται πριν από την τέλεση ή και τη διάρκεια του γάμου. Οι σύζυγοι μπορούν να συμφωνήσουν πως ό,τι αποκτηθεί στη διάρκεια του γάμου από μη χαριστική αιτία θα είναι κοινό των δύο. Η συμφωνία αυτή διαφέρει από την από κοινού αγορά πραγμάτων, π.χ. ακινήτου, διότι κανείς σύζυγος δεν μπορεί να εκποιήσει το μερίδιό του χωρίς τη βούληση του άλλου συζύγου, όπως στην απλή συγκυριότητα. Οι Έλληνες δεν χρησιμοποιούν την κοινοκτημοσύνη.

ΟΜΑΔΑ Γ :
ΠΑΡΑΛΙΚΙΔΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΠΟΛΥΜΕΝΙΔΟΥ ΜΑΡΙΑ
ΠΟΛΥΣΙΟΥ ΜΑΡΙΑ
ΣΚΑΡΛΑΤΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΣΤΕΡΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΑ
ΦΩΤΙΟΥ ΣΤΕΡΓΙΟΣ